Έζησε πολυτάραχη ζωή μιας κι αναγκάστηκε να γίνει μισθοφόρος. Πολέμησε λοιπόν στην Ιωνία, στη Θράκη, στη Μακεδονική Τορώνη και στην Εύβοια. Σκοτώθηκε πολεμώντας τους Νάξιους, χωρίς να ξέρουμεν ακριβώς αν ο Νάξιος Κόρακας τον σκότωσε στη Νάξο ή στην αποικία της, που βρισκότανε στη Θράκη.
Πολεμιστής λοιπόν και τραγουδιστής και σατιρικός, ο εμπνευστής του ιαμβικού μέτρου, μιας και μέχρι τότε υπήρχε μόνο το έπος κι ο Όμηρος. Αυτός λοιπόν δε δίστασε να σατιρίσει τους ήρωες κι ακόμα-ακόμα και τον ίδιο τον ηρωισμό, εγκαθιδρύοντας έτσι μια νέα ...τάξη πραγμάτων στη Ποίηση. Παραδέχτηκε ανοιχτά πως πέταξε την ασπίδα γιατί αγαπά τη ζωή του. Δυνάμωσε την εσωτερική φωτιά του αισθήματος και τραγούδησε σε χαμηλό τόνο τον έρωτα και τις χαρές της ειρηνικής ζωής. Έστρεψε το ενδιαφέρον του στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου και στην ιδιαιτερότητα του προσωπικού βιώματος.
Είμαι 'γω θεράποντας του Βασιλιά του 'Αρη
μα ξέρω και τον Έρωτα γλυκά να τραγουδώ.
Με προίκισαν οι Μούσες.
Στον Βασιλιά τον Διόνυσο, διθύραμβου γλυκό σκοπό
ξέρω καλά ν' αρχίσω 'γω, αφού όμως πρώτα το μυαλό
κεραυνωθεί με το πιοτό.
τέτοια ορμή για σμίξιμο ερωτικό γλίστρησε μέσα στην καρδιά μου,
Χωρίς πνοή ο δυστυχής κείτομαι μες στον πόθο.
Τα κόκαλά μου τρύπησαν οι μύριες συμφορές.
Κρατώντας μυρτοκλώναρο κι ώριον ανθό τριανταφυλλιάς
πολύ-πολυ χαιρότανε. Και τα δικά της τα μαλλιά
σκεπάζανε τους ώμους της και φτάναν ως τη μέση.
Σε τριγυρίζω, σε ζητώ με μάγια και με ξόρκια
τα χέρια απλώνω προς τα μπρος κι όλο σου ζητιανεύω.
Επιστρέφει για λίγο, γιατί την εξουσία πήρε ο Πιττακός κι έπειτα φεύγει ξανά, αυτή τη φορά για μακρύτερα: πάει πρώτα στη πόλη Αίνο της Θράκης, -παλιά αποικία της Μυτιλήνης, ύστερα στη Κύζικο κι αργότερα στην Αίγυπτο. Οι πολιτικές διαμάχες, οι εξορίες κι οι σκοτωμοί, επηρεάζουν το έργο του, στην ουσία θεωρεί τη ποίησή του, ως όπλο στους πολιτικούς του αγώνες.
Επηρέασε τους μεταγενέστερους ποιητές: Ο Θεόκριτος στα "Ειδύλλια" του, τον μιμείται, το ίδιο κι ο λατίνος ποιητής Οράτιος, στην Αθήνα, δε, στην ακμή του 5ου αιώνα π. Χ., τραγουδούσανε στα συμπόσια, τραγούδια του.
να με δεχτείς θερμά ζητώ
στα πόδια σου προσπέφτω.
Το 'ξερα πως ερχότανε
η άνοιξη με τ' άνθια...
Εμπρός γεμίστε το κανάτι
με το γλυκόπιοτο κρασί
και μην αργείτε στη στιγμή!
γυῖα φέρην δύναται· βάλε δὴ βάλε κηρύλος εἴην,
ὅς τ' ἐπὶ κύματος ἄνθος ἅμ' ἀλκυόνεσσι ποτήται
νηδεὲς ἦτορ ἔχων, ἁλιπόρφυρος ἱαρὸς ὄρνις.
Όχι πια γλυκόλα κορίτσια με τις ποθητές σας τις φωνές,
τα γόνατα μου άλλο εμένα δε βαστούνε.
Αχ και να 'μουν κηρύλος,
που στον ανθό των κυμάτων πετάει μαζί με τις αλκυόνες·
δίχως φόβο στην καρδιά, το θαλασσοπόρφυρο αυτές,
τ' άγιο πουλί κουβαλούνε.
Παλατινή ανθολογία, 6 ερωτικά ποιήματα!
Τα ποιήματα που αποδίδονται εδώ αντλούνται από το 5ο Βιβλίο, όπου έχουν αποθησαυριστεί πάνω από 300 ερωτικά επιγράμματα:
1. «Ειθ’ άνεμος γενόμην, συ δε στείχουσα παρ’ αγάς
στήθεια γυμνώσας και με πνέντα λάβοις»
(Α, να γινόμουν άνεμος, κι εσύ, στο κύμα δίπλα κυματίζοντας
Το στήθος σου να γύμνωνες, κι ως πνέω να με δεχτείς)! (αγνώστου)
2. «Είθε ρόδον ας γινόμην πορφυρόν, όφρα μεν χερσίν
Αρσαμένη χαρίση στήθεσι χιονέοις»!
(Ρόδο ας γινόμουν πορφυρό, και να με δερέψεις
στο στήθος το χιονόλευκο να μ’ αποθέσεις δώρο)! (αγνώστου)
3. «Κάποια Δημώ από την Πάφο ερωτεύτηκα, πού το παράδοξο.
Κι άλλη Δημώ από τη Σάμο, φυσικό.
Τρίτη Δημώ από τη Νάξο, δε χωρατεύω.
Πάλι Δημώ, την τέταρτη, από την Αργολίδα.
Για τούτο και μ’ ονόμασαν Φιλόδημο οι Μοίρες:
για μια Δημώ πόθος, φωτιά πάντοτε με κατέχει »!
(Ηράσθην Δημούς Παφίης γένος, ου μέγα θαύμα
και Σαμίην Δημούς δεύτερον, ουχί μέγα
και πάλιν Ναξιακής Δημούς τρίτον, ουκέτι ταύτα
παίγνια, και Δημούς τέταρτον Αργολίδος.
Αυταί που Μοίραι με κατενόμασαν Φιλόδημον
Ως αιεί Δημούς θερμός έχοι με πόθος)
(Φιλόδημος ο Γαδαρηνός)
4. «Το βλέμμα σου της Ήρας, τα χέρια σου της Αθηνάς, Μελίτη.
Της Αφροδίτης οι μαστοί σου, και τα σφυρά της Θέτιδας.
Μακάριος που σε θωρεί, και που σ’ ακούει τρισόλβιος.
Ημίθεος που σε φιλεί, θεός ο εραστής σου.»!
(Ρουφίνος)
5. «Σαγήνη το φιλί σου, και φλόγα η ματιά σου. Τιμάειον.
Το βλέμμα σου με καίει. Και το άγγιγμά σου με αιχμαλωτίζει.»!
(Μελέαγρος)
6. «Δεινός, δεινός ο Έρωτας. Μα τι να κλαίω,
μα τι να λέω πάλι και πάλι ο «δεινός ο Έρωτας»;
Ένα παιδί είναι, γελάει και τέρπεται που τον κακίζουν,
τον λοιδορούν κι αυτός ακμάζει.
Θαύμα θαρρώ πως είναι: απ’ το γαλάζιο κύμα
Κύπριδα, αναδύθηκες, και γέννησες το πυρ.»!
(Μελέαγρος)
Ο Ησίοδος γράφει στη Θεογονία του:
“…και ο Έρωτας, που είναι ο πιο ωραίος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, ο λυσιμελής, και όλων των θεών και όλων των ανθρώπων δαμάζει μες στα στήθη τους τη γνώση και τη φρονιμάδα.”…
Ο Πλούταρχος γράφει για τον έρωτα:
«Ο έρως ούτε την γένεσιν εξαίφνις λαμβάνει και αθρόαν ως θυμός, ούτε παρέχεται ταχέως, καίπερ πτηνός λεγόμενος, αλλ’ εξάπτεται μαλακώς και σχεδόν οίον εντήκων εαυτόν, αψάμενός τε της ψυχής παραμένει πολύν χρόνον, ουδ’ εν γηρώσιν ενίοις αναπαυόμενος αλλ’ εν πολλιαίς ακμάζων έτι πρόσφατος και νεαρός, αν δε και λήξη και διαλυθή, χρόνω μαρανθείς ή λόγω τινί κατασβεσθείς, ούπω παντάπασιν εξαπήλλακται της ψυχής αλλ’ εναπολείπει πυρίκαυτον ύλην κσαι σημεία θερμά, καθάπερ οι κεραυνοί οι τυφόμενοι.
Λύπης μεν γαρ ουδέν απαλλαγείσης ίχνος εν τη ψυχή παραμένει σύνοικον ουδ’ οργής τραχείας πεσούσης, συστέλλεται δε και φλεγμονή επιθυμίας παρεχούσης τραχύ κίνημα, τα δ’ ερωτικά δήγματα, καν αποστή το θηρίον, ουκ εξανίησι τον ιόν, αλλ’ ενοιδεί τα εντός σπαράγματα, και αγνοείται τι ην, πώς συνέστη, πόθεν εις την ψυχήν ενέπεσεν».
(Ο έρωτας ούτε γεννιέται και ολοκληρώνεται μονομιάς, όπως ο θυμός, ούτε περνάει και φεύγει γρήγορα, παρόλο που λένε πως έχει φτερά. Αντίθετα, φουντώνει σιγά σιγά, σχεδόν σα να λειώνει μέσα μας. Και από τη στιγμή που αγγίξει την ψυχή, μένει εκεί για πολύ καιρό, και σε μερικούς ανθρώπους δεν ησυχάζει ούτε κι όταν γεράσουν, αλλά παραμένει ακμαίος, φρέσκος και θαλερός, ακόμη κι αν ασπρίσουν τα μαλλιά τους. Αν πάλι σβήσει και διαλυθεί, επειδή μαράθηκε από το χρόνο ή ύστερα από λογικές σκέψεις, δεν εγκαταλείπει ούτε τότε ολότελα την ψυχή, αλλά αφήνει μέσα της καμένο υλικό και θερμά αποτυπώματα, όπως ακριβώς οι κεραυνοί αφήνουν πίσω τους φωτιά που σιγοκαίει. Η λύπη, όταν πάψουμε να είμαστε λυπημένοι, δεν αφήνει κανένα σημάδι στην ψυχή, ούτε η άγρια οργή μας όταν υποχωρήσει, η έξαψη της επιθυμίας, όσο βίαια κι αν μας συγκλονίζει, επίσης καταλαγιάζει. Αντίθετα, οι λαβωματιές του έρωτα, ακόμη κι αν απομακρυνθεί το θηρίο, δεν χάνουν το κεντρί τους, αλλά προκαλούν πρήξιμο στα κομμάτια της ψυχής. Και κανείς δεν ξέρει τι ήταν, πως ξεκίνησε και από πού εφόρμησε εναντίον της ψυχής.)
(μτφ Τάσου Νικολαΐδη, επιλογή από το έργο του Πλούταρχου, εκδ. Στιγμή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου